32 κόμματα συμμετείχαν στις τελευταίες Γενικές Εκλογές. Τριάντα δύο. Πόσο υπερβολικό; Κάποια από αυτά, καθαρά για τον χαβαλέ, ας μη γελιόμαστε.
Με αφορμή το Συνέδριο και τις βαθιές τομές και ριζικές αλλαγές που απαιτούνται στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα ήθελα να εκφράσω μία γνώμη που με βασανίζει καιρό, αλλά πλέον κρίνω πως είναι απαραίτητο να βρει πρακτική εφαρμογή στο πολιτικό μας σύστημα.
Από το το τέλος της σκληρής ιδεολογικής πόλωσης, το οποίο υπολογίζω γύρω στο 1998, δηλαδή στη στρωμένη Σημιτική Ελλάδα και τις παρυφές ανάληψης από τον Κώστα Καραμανλή της λαϊκής κεντροδεξιάς, ελάχιστες διαφορές χώριζαν τα μεγάλα κόμματα.
Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ από τις αρχές του 21ου αιώνα, άρχισαν να γειτνιάζουν στις εφαρμογές των πολιτικών τους, ώσπου συγκυβέρνησαν. Και μπορεί με την παραίτηση Λοβέρδου, μόλις χθες, η “δεξιά τάση” εντός ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ να έμεινε ακέφαλη, όμως να είστε σίγουροι πως υπάρχουν πολλά συντηρητικά στελέχη εντός του πάλαι ποτέ Σοσιαλιστικού Κινήματος. Όπως και μέσα στη ΝΔ υπάρχουν άνθρωποι που πάτησαν ανοιχτά φρένο σε υπερδεξιές πολιτικές και διαφοροποίησαν τη θέση τους σε συγκεκριμένους χειρισμούς. Τουλάχιστον ρητορικά…
Το παράδειγμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Εδώ τα πράγματα είναι ακόμα πιο διακριτά και εμφανή. Σίγουρα όχι τόσο όσο μέχρι το 2015 που ήταν ακόμα πιο ορατές οι διαφορετικές τάσεις μέσα στην Προοδευτική Παράταξη, αλλά και πάλι υπάρχουν διαφορές. Μέχρι το 2015 δε, υπήρχε ισχυρή αντιπροσώπευση της αντικαπιταλιστικής Αριστεράς, εντός μίας παράταξης που είχε ορίσει ως στόχο την διακυβέρνηση μίας χώρας μέσα στα γνωστά και αξεπέραστα παγκόσμια πλαίσια.
Σε κάθε περίπτωση, σε κάθε κόμμα, καλός ο πλουραλισμός, ορθή η δημοκρατικότητα, όμως έτσι κι αλλιώς στην προοπτική διακυβέρνησης, όλα κρύβονται κάτω από το χαλί. Με εξαίρεση τον ΣΥΡΙΖΑ το καλοκαίρι του 2015. Και φυσικά τα άλλα 2 ‘μεγάλα’ κόμματα σε κάθε εσωτερική κρίση ή κακό εκλογικό αποτέλεσμα.
Αλήθεια όμως… Και το θέτω όσο πιο επιφανειακά γίνεται, μέχρι να υπάρξει λόγος για να διεισδύσουμε. Υπάρχει κάποιο νόημα στο να υπάρχουν 5 – 10 – 15 – 30 κόμματα; Τριάντα μαγαζιά;
Ο λαός πάει με το ρεύμα. Έχει αποκομματικοποιηθεί. Και το χειρότερο είναι πως έχει αποπολιτικοποιηθεί. Δεν τον ενδιαφέρει η πολιτική. Τα αποτελέσματα των τελευταίων εκλογικών αναμετρήσεων είναι τραγικά ως προς την ποιότητα της ψήφου, εάν τα διαβάσουμε με την αποχή ενσωματωμένη. Ο κόσμος πάει στα μαγαζιά. Σαν πελάτης. Πάει να ψωνίσει και φεύγει. Δεν μετέχει. Δεν συμμετέχει. Δεν μπαίνει στην ουσία. Έχει ξενερώσει, για να το πω όπως είναι…
Μήπως θα έπρεπε, για τον λαό πρώτα απ’ όλα, να τον φέρει η κάθε παράταξη κοντά στις ιδέες της;
Ως σύνολα, ως συνασπισμοί, ενώσεις – όπως θέλετε πείτε το – κομμάτων. Οι Συντηρητικοί, οι Προοδευτικοί, το ΚΚ. Μην κολλήσουμε στις ονομασίες της κάθε παράταξης. Η Αριστερά, η Δεξιά, οι Σοσιαλιστές, ό,τι επιθυμεί ο καθένας. Πλατιές πολιτικές ομάδες που να μπορούν να ενσωματώσουν μικρά υποσύνολα κομμάτων και σχηματισμών. Όπου υπάρχει σύγκλιση προφανώς. Με τις εσωτερικές τους διεργασίες. Με προγραμματισμένα συνέδρια. Για παράδειγμα στην Δεξιά Παράταξη, μπορεί η εποχή να απαιτεί φιλελεύθερη ηγεσία, μπορεί συντηρητική (με βάση τις ιδέες και την επιθυμία της βάσης) κ.ο.κ.
Αντίστοιχα και ο πολίτης που πιστεύει (για παράδειγμα), πρωτίστως στην ελεύθερη αγορά, στην πιο σφιχτή πολιτική στο μεταναστευτικό, ή στην ισότητα και τη δικαιοσύνη ή ή ή, να ξέρει το που πάει και το γιατί πάει. Και κυρίως να πηγαίνει κάπου για να συνταχθεί και απλά όχι για να είναι απέναντι και “αντί” σε κάτι που δεν θέλει. Να σταματήσει να πηγαίνει στο “σούπερ μάρκετ”, αλλά να μπορεί να συμμετάσχει σε πολιτικές διαδικασίες και ζυμώσεις. Σε ανησυχίες που ζητούν λύσεις. Να γίνεται μέρος των λύσεων αυτών, όχι κομμάτι ενός πολέμου μεταξύ κομμάτων – εταιριών.
Αυτή είναι η γενική ιδέα. Γνωρίζω καλά πως απαιτούνται ζωτικής σημασίας αλλαγές, δομικές ανακατατάξεις και βαθιές τομές στην ουσία της ύπαρξης και λειτουργίας των Παρατάξεων, για να φτάσουμε σε ένα επιθυμητό αποτέλεσμα. Όμως πιστεύω πως αυτό το αποτέλεσμα θα ήταν απείρως ορθότερο για τη Δημοκρατία από το να κάνουμε εκλογές με 70% πραγματική αποχή των πολιτών από τις κάλπες και αποστροφή προς το πολιτικό σύστημα.