Ο Δ. Λιγνάδης, τέως καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου, καταδικάστηκε πρωτοδίκως για βιασμό δύο ανηλίκων και αφέθηκε ελεύθερος μέχρι το Εφετείο.
Μετά τη γνωστοποίηση της απόφασης, την καταβολή εγγύησης και την αποφυλάκιση, ξέσπασε μία πολιτική κόντρα, με αφορμή και τις διαμαρτυρίες καλλιτεχνών και θεατρόφιλων που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια παραστάσεων τις τελευταίες ημέρες.
Είναι γεγονός πως η κυβέρνηση άργησε λιγάκι να πάρει επίσημη θέση και το έκανε λίγες ημέρες μετά τον ντόρο που δημιουργήθηκε, δια του εκπροσώπου της, κ. Οικονόμου, όταν και δήλωσε πως είναι «εύλογος ο προβληματισμός της κοινωνίας»…
Μέχρι να πάρει αυτή τη θέση λοιπόν, η ΝΔ μέσω στελεχών της, χαρακτήριζε «όχλο» και «ρωμαϊκή αρένα» τις διαμαρτυρίες. Μιλούσε μάλιστα για «λαϊκά δικαστήρια». Μόνο που για να είμαστε ειλικρινείς, οι διαμαρτυρίες και των ηθοποιών αλλά και των θεατών αφορούσαν στην ποινή του κ. Λιγνάδη, την οποία κατά την άποψή τους θα έπρεπε να την εκτίσει και όχι να αποφυλακιστεί. Δηλαδή στην εφαρμογή της δικαστικής απόφασης που προέβλεπε πρωτόδικα κάθειρξη 12 ετών.
Εν ολίγοις, η Νέα Δημοκρατία πήρε μία αμήχανη αμυντική στάση σχετικά με το ζήτημα. «Δώρισε» όπως έχει κάνει και κατά το παρελθόν τους διαμαρτυρόμενους στον ΣΥΡΙΖΑ και στάθηκε, δίχως να το θέλει λογικά «στο πλευρό» της απόφασης για αποφυλάκιση του Δ. Λιγνάδη.
Η κυβέρνηση πληρώνει επίσης, τον τρόπο τοποθέτησης του πρώην καλλιτεχνικού διευθυντή, το πώς έγινε και το αν τελικά όντως παρακάμφθηκε η διαδικασία. Όπως επίσης και τις δηλώσεις πέρσι τέτοια εποχή «χτυπάνε τον Λιγνάδη για να χτυπήσουν τη Μενδώνη για το Ελληνικό» κλπ.
Ποιο ήταν το μεγαλύτερο λάθος όμως της ΝΔ, εκτός από την επικοινωνιακή ήττα;
Η Νέα Δημοκρατία πέφτοντας στην παγίδα του «να καλύψουμε τον δικό μας», που θα το ξαναγράψω, δεν πιστεύω πως κάποιος από το κόμμα αγαπάει τόσο τον Δ. Λιγνάδη – μάλιστα υπήρξαν και δημόσιες τοποθετήσεις των κκ Πέτσα, Καραγκούνη κ.α., φάνηκε προς τα έξω πως «στηρίζει τον βιαστή».
Αυτό το γεγονός γνωρίζω πως έχει προκαλέσει μεγάλο εκνευρισμό στο συντηρητικό ακροατήριο, τη βάση της παράταξης. Ο κόσμος αυτός που πιστεύει ακλόνητα στην παραδειγματική τιμωρία του εγκλήματος χωρίς αστερίσκους και παρενθέσεις, δυσαρεστήθηκε έντονα βλέποντας έναν κομματικό μηχανισμό, στην κόντρα του με την αντιπολίτευση, να διστάζει να καταδικάσει ξεκάθαρα τον κ. Λιγνάδη και να κρίνει τις δικαστικές αποφάσεις. «Μα δεν πρέπει να κρίνουμε τη δικαιοσύνη» ήταν η κυβερνητική θέση. Ε ναι, αλλά όταν κρίνεις το ανώτατο δικαστήριο των ΗΠΑ για τις αμβλώσεις, ή τους Έλληνες δικαστές και εισαγγελείς για τη Novartis και «κολλάς» στον Λιγνάδη, το αποτέλεσμα είναι δυσανασχέτηση και εκνευρισμός. Και κυρίως από αυτούς που σε στηρίζουν.