Δώδεκα χρόνια σωρεύουμε πίεση και οργή – Επί προσωπικού
Με ανησυχεί η ηρεμία. Ανέκαθεν δηλαδή. Όσο κι αν την επιδιώκω στην προσωπική μου ζωή, τις βιολογικές και διαπροσωπικές μου λειτουργίες, αυτή η γενικότερη ακινησία με κάνει να νιώθω πολύ άβολα.
Παρεμπιπτόντως, έτσι θα πάει το κείμενο. Σε πρώτο πρόσωπο, με τα «εγώ» και τα «μου», λίγο μπερδεμένο ίσως, abstract που λέγανε και στο χωριό μου, χωρίς αρχή μέση και τέλος, αλλά ένα νόημα θα βγει πιστεύω.
Νιώθω άβολα λοιπόν, με τη γενικότερη κατάσταση. Με αυτή την απραξία. Εκτός του ότι με αποσυντονίζει, με ανησυχεί και με εκνευρίζει. Ίσως ενδόμυχα να με προειδοποιεί για κάτι άσχημο. Με αποπροσανατολίζει γενικά.
Αναφέρομαι σε αυτόν τον λήθαργο που έχει πέσει ο κόσμος. Δεν βλέπω αγανάκτηση, δεν βλέπω οργή. Προσοχή, αναφέρομαι στην πνευματική κατάσταση των συνανθρώπων μας, όχι σε πράξεις βίας, μίσους ή οτιδήποτε άλλο. Δεν μιλάω για παράνομες ενέργειες, μιλάω για το μυαλό, για το πνεύμα και την ψυχή.
Συμβαίνουν τόσα πολλά γύρω μας και το μόνο που παρατηρώ είναι μία γενικευμένη νάρκη. Μία αποχαύνωση. Δεν ανάβει μία σπίθα ρε παιδί μου. Κάτι, κάπως, κάποιος να σε φέρει σε εγρήγορση, να βγάλεις από μέσα σου τη συσσωρευμένη πίεση. Μία βαλβίδα ασφαλείας να σε χαλαρώσει λίγο. Να λειτουργήσει ο νους να βρει λύσεις το μυαλό και να ελαφρύνει η ψυχή. Συνεχίζεται μία παρατεταμένη κοινωνική αποστασιοποίηση. Και όσο απαραίτητη ήταν κατά τη διάρκεια της πανδημίας (η οποία δεν ξέρω και τι στην ευχή κάνει, έχουμε χαθεί τώρα τελευταία -ευτυχώς), τόσο ύπουλη μοιάζει αυτή την περίοδο.
Και όσο δεν κινείται λίγο το μυαλό, τόσο βλέπεις να σαλεύει η ψυχή. Τα παραδείγματα καθημερινά. Δίπλα μας. Κόσμος που ή θα είναι σαν ρομπότ ή θα είναι έτοιμος να χυμήξει. Ή θα φέρεται αυτοματοποιημένα ή θα είναι στα άκρα. Λογική κατάσταση, ούτε για πλάκα.
Είναι αλήθεια, τα τελευταία 12 χρόνια έγιναν ΠΟΛΛΕΣ θυσίες από τον κόσμο. Μιλάμε για απανωτές και σοβαρές κρίσεις. Ζήσαμε έναν συνεχόμενο παροξυσμό. Η χώρα πτώχευσε επί της ουσίας, πάρθηκαν τα σκληρότερα των μέτρων δημοσιονομικού χαρακτήρα, η αγοραστική δύναμη των πολιτών έπιασε πάτο, οι εισφορές εργασίας ολόκληρης ζωής δεν θα ανταμειφθούν ποτέ πλέον με αντίστοιχη σύνταξη.
Και μέσα στις απανωτές κρίσεις, μέσα στη συνεχόμενη αβεβαιότητα και στο αδιέξοδο, η δική μου γενιά (και όχι μόνον), οι σαραντάρηδες συν πλην, προσπάθησαν να προχωρήσουν μπροστά. Περπατώντας αργά, με δεσμά στα χέρια, αλυσίδες στα πόδια και μία μέγγενη στην ψυχή. Και όλα αυτά τα ξεκινήσαμε τότε, με την ανεργία των νέων στο 50 και βάλε τις εκατό. Με τους γονείς μας να χάνουν δουλειές. Με τους παππούδες και τις γιαγιάδες να χάνουν συντάξεις. Με τα δάνεια να βαράνε κόκκινο και πρώτες κατοικίες να πλειστηριάζονται.
Ξεκινήσαμε όχι απλά δίχως ίσες ευκαιρίες, όχι από το μηδέν, αλλά από το μείον. Στην κλίμακα 0 έως 10, κάναμε τα πρώτα βήματα στο -12…
Και κάθε φορά που ξεπερνούσαμε ένα εμπόδιο, ερχόταν το επόμενο. Και τα έπνιγες όλα μέσα σου (στην καλύτερη). Και ο άγραφος κανόνας της αποξένωσης, έγινε νόμος και ανάγκη με την κωλοπανδημία, έτσι για κερασάκι στην τούρτα.
Και τι κάνουμε τώρα; Υπάρχει κάτι που να μας κουρδίσει λιγάκι; Να μας οξύνει τον νου. Να μας ταρακουνήσει το μυαλό, παιδιά. Να σκεφτούμε, να ενωθούμε, να συσπειρωθούμε. Και όσο αδόκιμο κι αν ακουστεί, όχι αναγκαστικά κάτω από την ίδια ομπρέλα. Όχι οπωσδήποτε μέσα στον ίδιο φορέα, πολιτικό, κομματικό, συνδικαλιστικό, φιλοσοφικό, ό,τι θέλετε. Αλλά να μπορούμε να σκεφτούμε, να μοιραστούμε, να δώσουμε προτάσεις και λύσεις. Γιατί η θάλασσα φουσκώνει, βγάζει ένα απόκοσμο βουητό κι εμείς αντί να ψάχνουμε πώς θα βγούμε στην ακτή, απλά κλείνουμε τα αυτιά μας. Δεν μας ενοχλεί μήπως πνιγούμε. Μας νοιάζει να μην ακούμε τον θόρυβο.
Τόσο μοιάζει να μπορούμε να αντέξουμε πλέον. Απλά να κλείσουμε τα μάτια και τα αυτιά περιμένοντας το τέλος; Ε δε νομίζω πως μέχρι εκεί ήμασταν. Πιστεύω πως έχουμε να δώσουμε. Πιστεύω πως έχουμε ακόμα να δώσουμε και να πάρουμε πολλά. Χωρίς συμβιβασμούς, χωρίς σκυμμένα κεφάλια και στόματα κλειστά. Χωρίς ψυχές που μαζεύουν οργή μέχρι να σκάσουν.
Δώδεκα χρόνια είναι πολλά για τη γενιά μου. Για τις θυσίες της. Για να βλέπει να της κουνάνε το δάχτυλο, να δίνουν εντολές, να ζητάνε δίχως να δίνουν. Δώδεκα χρόνια σωρεύουμε οργή. Και για κάθε ένα λεπτό οργής, χαρίζουμε ένα λεπτό γαλήνης. Και η οργή δεν φέρνει κάποια λύση, δεν φτιάχνει τίποτα. Αλλά μπορεί να τα καταστρέψει όλα…
Αν νιώθεις κάπως έτσι κι εσύ, μοιράσου τις σκέψεις σου με έναν συνάνθρωπό σου. Πάρε βοήθεια. Δώσε βοήθεια. Σπάσε αυτή τη φούσκα, αυτό το γυάλινο κουτί και άσε τη φωνή σου να ακουστεί. Και άσε την ψυχή σου να ακούσει και τον άλλον.