Σε έκθεσή του το Politico αναδεικνύει πως τον Ιούλιο δεν υπογράφηκε καμία διμερής συμφωνία για στρατιωτικούς εξοπλισμούς ανάμεσα στις έξι μεγάλες χώρες της ηπείρου και την Ουκρανία και αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής. Αναφέρεται στις Γαλλία, Ιταλία, Γερμανία, Ισπανία, Πολωνία και Η.Β.
Τα νεότερα δεδομένα από το Ινστιτούτο του Kiel καταδεικνύουν πως οι μεγάλες ευρωπαϊκές δυνάμεις δεν συμβαδίζουν με τη στρατιωτική βοήθεια προς την Ουκρανία που προέρχεται από τις ΗΠΑ. Γεγονός που τονίζουν εδώ και καιρό και Ουκρανοί αξιωματούχοι.
Ο Κρίστοφ Τρέμπες, επικεφαλής του τμήματος του Ινστιτούτου που ασχολείται με τους εξοπλισμούς, αναφέρει πως τα στοιχεία καταγράφουν μεγάλη πτώση της Ευρωπαϊκής βοήθειας προς την Ουκρανία, ήδη από τον Απρίλιο. Παρά το γεγονός, όπως επισημαίνει ο Κ. Τρέμπες, πως ο πόλεμος μπαίνει σε μία ιδιαίτερα κρίσιμη φάση.
Την ώρα που ο υπουργός Άμυνας της Λετονίας, Άρτις Πάμπρικς, κατηγορεί Γερμανία και Γαλλία για χαρακτηριστική ολιγωρία στο Ουκρανικό, ο Εσθονός πρ. υπουργός άμυνας και νυν ευρωβουλευτής, ζητά από την Ευρώπη «να ξυπνήσει, διότι δεν θα υπάρξει ειρήνη χωρίς την ήττα της Μόσχας».
Το αμιγώς στρατιωτικό κομμάτι δεν είναι το μόνο που διχάζει τους Ευρωπαίους.
Η Ευρώπη δεν μπορεί να αποφασίσει αν θέλει να συνεχίσει να τιμωρήσει τους απλούς Ρώσους πολίτες, για τον πόλεμο του Πούτιν.
Η Φινλανδία, ανακοίνωσε ότι θα μειώσει κατά το ήμισυ το ανώτατο όριο στον αριθμό των αιτήσεων για βίζα από Ρώσους πολίτες. Επί του παρόντος, 1.000 Ρώσοι μπορούν να υποβάλουν αίτηση για φινλανδική βίζα κάθε μέρα, αλλά από την 1η Σεπτεμβρίου ο αριθμός θα μειωθεί σε 500.
Εν τω μεταξύ η Εσθονία, απαγόρευσε την είσοδο στη χώρα ακόμη και σε Ρώσους που είχαν ήδη βίζα. Σύμφωνα με το Reuters, ο αριθμός αυτών ανέρχεται σε 50.000 άτομα.
Η Τσεχική Δημοκρατία και η Λετονία υποστήριξαν επίσης τις απαγορεύσεις βίζας και έλαβαν μέτρα για να περιορίσουν τα ταξίδια Ρώσων πολιτών στην ΕΕ. Οι δύο χώρες υιοθέτησαν την πρόταση του Ουκρανού προέδρου Β. Ζελένσκι, ο οποίος θέλει να εμποδίσει τους Ρώσους να εισέλθουν στην Ένωση, όπου στη συνέχεια μπορούν να ταξιδεύουν ελεύθερα για 90 ημέρες στην κοινή ταξιδιωτική ζώνη της ΕΕ (Σένγκεν).
Από την άλλη μεριά, ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς υποστηρίζει ότι ενώ είναι σημαντικό να επιβληθούν κυρώσεις σε όσους ανήκουν στον στενό κύκλο του Ρώσου Προέδρου Πούτιν, οι Ευρωπαίοι πρέπει επίσης να «καταλάβουν ότι υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που φεύγουν από τη Ρωσία επειδή διαφωνούν με το ρωσικό καθεστώς».
Ωστόσο ανώτερες γερμανικές διπλωματικές πηγές, τονίζουν πως ο Καγκελάριος προσπαθεί κυρίως να «ισορροπήσει το δικό του κόμμα, το οποίο είναι διχασμένο μεταξύ εκείνων που θέλουν διάλογο με τη Ρωσία και εκείνων που υποστηρίζουν την πιο σκληρή γραμμή».
Χώρες όπως η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Γαλλία κρατούν επίσης αποστάσεις από τις γενικευμένες κυρώσεις, τονίζοντας πως «η Ρωσία είναι ένα κομμάτι της Ευρωπαϊκής Ηπείρου»…
Εδώ πρέπει να τονιστεί πως εκτός από τους πανίσχυρους οικονομικά παράγοντες, η Ρωσία «τροφοδοτεί» την Ευρώπη με έναν τεράστιο αριθμό τουριστών. Επίσης υπάρχουν πολλοί οικονομικοί «παίκτες», που μπορεί να περνούν κάτω από το ραντάρ, αλλά κατέχουν σημαντικά μερίδια στον ενεργειακό επιχειρηματικό κλάδο και ο ρόλος τους σε πολυεθνικές εταιρίες είναι πολύ σημαντικός.
Είναι φανερό πως οι Ευρωπαίοι ηγέτες δυσκολεύονται να καταλήξουν σε καθολική συμφωνία για αυτό το θέμα. Ενώ η ΕΕ είναι σε μεγάλο βαθμό ενωμένη από την αρχή του πολέμου και έχει επιβάλει σοβαρές οικονομικές κυρώσεις στη Ρωσία, υπάρχει μια γεωγραφική πραγματικότητα που περιπλέκει οποιαδήποτε συναίνεση μεταξύ 27 χωρών με πολύ διαφορετικές οικονομικές και πολιτικές προτεραιότητες.